Γιώργος Λανίτης (1936-2005)
Φωτογράφος, σκηνοθέτης, δημοσιογράφος, ο Γιώργος Λανίτης υπήρξε πρωτοπόρος στους τομείς της καλλιτεχνικής φωτογραφίας και του κινηματογράφου και κατέχει μια πολύ σημαντική θέση στα πολιτιστικά δρώμενα της Κύπρου.
Έλκει την καταγωγή του από τη Λάνια της Επαρχίας Λεμεσού.
Γεννήθηκε στην Αμμόχωστο στις 23 Φεβρουαρίου του 1936 και μεγάλωσε και εργάστηκε στη Λευκωσία.
Φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο, σπούδασε Επικοινωνία και Τέχνες στο College of Printing του Λονδίνου, Δημιουργική Φωτογραφία στο Folkwangeschule für Gestaltung στο Essen Werden και Kινηματογράφο στην Deutche Film-und-Fernsehakademie στο Δυτικό Βερολίνο.
Εργάστηκε στην εφημερίδα Times of Cyprus και στο B.B.C. Διορίστηκε Αρχικινηματογραφιστής και Τμηματάρχης Διεθνών και Δημοσίων Σχέσεων στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου. Εργάστηκε ως Σύμβουλος Τύπου στην Κυπριακή Υπάτη Αρμοστεία στο Λονδίνο και εξελέγη Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Τεχνών της Κοινοπολιτείας. Υπήρξε εκδότης του περιοδικού Cyprus Diplomatist και για 24 χρόνια διατηρούσε τακτική στήλη στην Εβδομαδιαία εφημερίδα The Cyprus Weekly.
Σε ηλικία δεκαεφτά ετών, οργάνωσε φωτογραφική έκθεση, την πρώτη σχολική έκθεση που έγινε ποτέ στην Κύπρο.
Eνώ ήταν ακόμα σπουδαστής στο College of Printing στο Λονδίνο του απονεμήθηκε η τιμητική διάκριση Associate of the Royal Photographic Society και Fellow of the Royal Society of Arts.
Στο Λονδίνο βοήθησε τον καθηγητή του και διάσημο καλλιτέχνη Dennis Bowen, να ιδρύσει την πρώτη πινακοθήκη αφηρημένης τέχνης και φωτογραφίας στο Λονδίνο, το New Vision Centre, στο Μarble Αrch, όπου ο Γιώργος Λανίτης και άλλοι σύγχρονοι φωτογράφοι παρουσίαζαν εκθέσεις φωτογραφιών αφηρημένης τέχνης.
Με την επιστροφή του στην Κύπρο εντυπωσίασε τους συμπατριώτες του με την έκθεση φωτογραμμάτων, μια μορφή φωτογραφικής τέχνης που ήταν σχεδόν άγνωστη στη δεκαετία του 1950 στον ελληνικό κόσμο.
Το τέλος της δεκαετίας του 1950, ο Γιώργος Λανίτης συνάντησε τον Γιώργο και την Τρούντυ Γεωργίου. Ο Γιώργος Πολ. Γεωργίου θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους Κύπριους ζωγράφους. O Γιώργος Λανίτης και οι Γεωργίου γύρισαν ολόκληρη την Κύπρο και γνώρισαν το νησί βήμα προς βήμα. Ο Γεωργίου έκανε σκίτσα και ο Γιώργος Λανίτης φωτογράφιζε τόπους και ανθρώπους. Με το υλικό αυτό δημοσίευσε το 1965 το πρώτο του βιβλίο “Νάσος τας Αφροδίτας”, που την εποχή εκείνη σημείωσε μια άνευ προηγουμένου κυκλοφοριακή επιτυχία.
Προσωπικότητα χαρισματική είχε την ευκαιρία να φωτογραφίσει μερικές από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της δεύτερης πεντηκονταετίας του εικοστού αιώνα, όπως είναι ο Μάο Τσε Τουνγκ, ο Ντεγκ Ξιάο Πιγκ, ο Γιαβαχάρλαλ Νεχρού, ο Στρατηγός Ντε Γκώλ, ο Γουίνστον Τσέρτσιλ, ο Λύντον Τζόνσον, ο Γκαμάλ Άμπτελ Νάσσερ, η Ιντίρα Γκάντι, ο Βίλλυ Μπραντ, ο Πάμπλο Πικάσσο, η Μαργκό Φοντέυν, η Μαίριλυν Μονρόε, ο Λώρενς Oλίβιε, ο Μιχάλης Κακογιάννης, ο Τζούλιους Νυερέρε, ο Κέννεθ Καούντα, η Βασίλισσα Ελισάβετ και, βεβαίως, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος.
Το 1960 ίδρυσε τη Φωτογραφική Εταιρεία Κύπρου και συνέβαλε στην προώθηση της φωτογραφικής τέχνης στην Κύπρο.
Το 1957 προσλήφθηκε στην τότε Κυπριακή Ραδιοφωνική Υπηρεσία, πριν να μεταδοθούν οι πρώτες εικόνες στον αέρα και εκπαίδευσε μια κινηματογραφική μονάδα νέων ανθρώπων που έγινε τελικά, σύμφωνα με το Μπι-Μπι-Σι, μια από τις καλύτερες κινηματογραφικές μονάδες της Ευρώπης. Η πορεία του στην τηλεόραση είναι εντυπωσιακή. Σκηνοθέτησε περίπου 15 ταινίες και υπήρξε Διευθυντής Φωτογραφίας σε άλλες τέσσερις. Δημιούργησε το πρώτο αθλητικό πρόγραμμα στην κυπριακή τηλεόραση «Ο Κόσμος των Σπορ». Η πρώτη μαυρόασπρη ταινία που παρουσίασε η Κυπριακή τηλεόραση «Στα Βήματα του Αποστόλου Βαρνάβα» γυρίστηκε από τον Γιώργο Λανίτη. Στην πρώτη έγχρωμη ταινία του ΡΙΚ «Το Νησί της Αφροδίτης» ήταν διεύθυντής φωτογραφίας και έκανε το μοντάζ. Η ταινία αυτή έλαβε το Γ’ βραβείο καλύτερης ξένης ταινίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1965. Η ταινία του «Επικοινωνία» έλαβε δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 1970, το βραβείο καλύτερης ταινίας μικρού μήκους ντοκιμαντέρ και το Β’ βραβείο κριτικών καλύτερης ταινίας μικρού μήκους. Για την ταινία του για το Σινά και την Αγία Αικατερίνη αναγορεύτηκε Ιππότης του Τάγματος της Αγίας Αικατερίνης. Ξεχωριστή θέση κατέχουν και οι ταινίες του «Στα περίχωρα της Κερύνειας» βασισμένη στο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη, «Ες Γην Εναλίαν Κύπρον», «Το Κάστρο της Κερύνειας», «Τρόοδος» και «Poèmes d’Amour». Ως αρχικινηματογραφιστής, συνόδευσε τον Πρόεδρο Μακάριο σε πολλά από τα ταξίδια του.
Μέχρι τo 1974 ζούσε στο Μπέλλαπαϊς σε ένα σπίτι που είχε διαμορφώσει με ιδιαίτερη αγάπη και γούστο ως κατοικία, εργαστήριο και χώρο τέχνης. Συνεπεία της τουρκικής εισβολής, τον Ιούλιο του 1974, έχασε όλα του τα αρνητικά, τη συλλογή των φωτογραφιών του, τον εξοπλισμό του, τις αντίκες του, βιβλία, πίνακες και το ίδιο το σπίτι του.
Αμέσως μετά την εισβολή, η Κυπριακή Κυβέρνηση τού ζήτησε να αναλάβει την προβολή του Κυπριακού στη Μεγάλη Βρετανία και να δημιουργήσει Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών στην Υπάτη Αρμοστεία της Κύπρου στο Λονδίνο με στόχο τη διαφώτιση της κοινής γνώμης για την εισβολή και κατοχή της Κύπρου από την Τουρκία. Εδώ ξεκινά η διπλωματική και δημοσιογραφική του προσφορά, η οποία διήρκεσε μέχρι το 1980. Η συμβολή του στην προβολή των δικαίων του Κυπριακού λαού είναι τεράστια. Δημοσιεύει εκατοντάδες επιστολές στο βρετανικό τύπο, διοργανώνει σεμινάρια, συνέδρια, εκδηλώσεις, δίνει διαλέξεις. Προσεγγίζει σημαντικές προσωπικότητες από το χώρο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, από τον ακαδημαϊκό και πολιτικό χώρο οι οποίοι γίνονται φίλοι της Κύπρου και υπερασπίζονται τα δίκαια της Κύπρου στο Βρετανικό Κοινοβούλιο, στα Μέσα ενημέρωσης και στον ακαδημαϊκό χώρο. Αυτοί οι άνθρωποι παρέμειναν για πάντα φίλοι του Γιώργου και φίλοι της Kύπρου. Τέτοιες προσωπικότητες ήταν ο αείμνηστος δημοσιογράφος και συγγραφέας Christopher Hitchens, o John Dickie (Daily Mail), o John Torode (The Guardian),ο Tony Rocca (The Sunday Times), ο βουλευτής Christopher Price, ο ακαδημαϊκός και σπουδαίος βυζαντινολόγος Sir Steven Runciman, ο ιστορικός και διπλωμάτης Sir David Hunt και πολλοί άλλοι. Την περίοδο αυτή διοργανώνει δυο συνέδρια στην Κύπρο με στόχο να γνωρίσουν οι ξένοι από κοντά το πρόβλημα της Κύπρου, να ευαισθητοποιηθούν και να προβάλουν τις επιπτώσεις της εισβολής στις χώρες τους. Το πρώτο, «Διεθνές Συμπόσιο Δημοσιογράφων» (International Symposium of Journalists) απευθύνεται σε δημοσιογράφους από όλο τον κόσμο και το δεύτερο «Cyprus and the EEC» (Κύπρος και Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα) απευθύνεται σε προσωπικότητες από το χώρο της Ευρώπης.
Η δραστηριότητά του δεν περιοριζόταν μόνο στο βρετανικό χώρο. Η Κοινοπολιτεία αποτελεί ένα τεράστιο πεδίο δράσης. Ο γενικός Γραμματέας της Κοινοπολιτείας Shridath Ramphal είναι ο προσωπικός του φίλος, επισκέπτεται την Κύπρο και προωθεί ψηφίσματα για το Κυπριακό στα συμπεράσματα της κάθε Συνόδου Κορυφής της Κοινοπολιτείας.
Το 1980 εκλέγεται ως ο πρώτος Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Τεχνών της Κοινοπολιτείας (Commonwealth Arts Organisation). Ταξιδεύει σε πολλές χώρες της Κοινοπολιτείας, προωθεί τις τέχνες και διοργανώνει φωτογραφικές εκθέσεις. Τον Αύγουστο του ιδίου χρόνου διοργανώνει στην Κύπρο, σε συνεργασία με το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου, το πρώτο Κοινοπολιτειακό Φεστιβάλ Τηλεόρασης και Κινηματογράφου με τη συμμετοχή περίπου τριάντα χωρών της Κοινοπολιτείας το οποίο σημειώνει τεράστια επιτυχία.
Το 1981 επιστρέφει στην Κύπρο και αρχίζει μια πολύπλευρη δραστηριότητα. Έχει τη δική του στήλη στην εβδομαδιαία εφημερίδα «The Cyprus Weekly» όπου σχολιάζει την επικαιρότητα για 24 χρόνια μέχρι και τον θάνατό του. Εκδίδει το περιοδικό «Cyprus Diplomatist» και ασχολείται ξανά με τη φωτογραφία παρουσιάζοντας εκθέσεις σε διάφορες πόλεις της Κύπρου. Εργάζεται με βάση δικές του ιδέες για την κίνηση και το χρώμα μέσα στα όρια της φωτογραφίας. Oι φωτογραφίες έχουν εκτεθεί στη δική του πινακοθήκη, την «L’Artiste Assoiffé», στο χωριό Ψευδάς, στην επαρχία Λάρνακας όπου ζούσε τα τελευταία 25 χρόνια. Για τις φωτογραφίες του είδους αυτού, οι οποίες εκτέθηκαν στη Νέα Υόρκη και σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες , του απoνεμήθηκε η διάκριση Maître de la Fédération Internationale de l’Art Photοgraphique (MFIAP). Στη συνέχεια δημιούργησε ένα άλλο είδος καλλιτεχνική φωτογραφίας με επεξεργασία της εικόνας στον ηλεκτρονικό υπολογιστή με την οποία ασχολείτο μέχρι και το θάνατό του.
Μια άλλη πτυχή της προσωπικότητας και της δραστηριότητας του Γιώργου Λανίτη ήταν η αγάπη του για το κρασί, την καλή κουζίνα και τη φιλοξενία. Γι αυτή του την αγάπη, κατόπιν εισήγησης του Γάλλου Πρέσβη στη Λευκωσία, Jean-Dominique Paolini,οι Γάλλοι τον τίμησαν το 1994 με τον τίτλο του Chevalier de la Confrérie du Tastevin σε μια εντυπωσιακή τελετή στο κάστρο Clos Vougeot στην περιοχή της Βουργουνδίας.
Για το έργο του ο Γιώργος Λανίτης έχει τιμηθεί και έτυχε σημαντικών διακρίσεων σε διάφορες χώρες.
Το 2004 ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας του απένειμε την υψηλότερη πολιτιστική διάκριση για τη συμβολή του στις Τέχνες. Σε ειδική τελετή, στην Πύλη Αμμοχώστου στη Λευκωσία, ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού, Πεύκιος Γεωργιάδης, απένειμε στο Γιώργο Λανίτη τα διάσημα του Αριστείου Διάκρισης στα Γράμματα, στις Τέχνες και στις Επιστήμες.
Το 2005, μια βδομάδα πριν το θάνατό του, οι Πολιτιστικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού εξέδωσαν το λεύκωμα «Γιώργος Λανίτης – 50 Χρόνια Φωτογραφίας» ως ακόμη μια ένδειξη αναγνώρισης της προσφοράς του στον τομέα των Τεχνών.
Την προσωπικότητα, την προσφορά και την τέχνη του Γιώργου Λανίτη εξήραν πολιτικοί, δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και κριτικοί που τόνισαν την μοναδικότητα του ταλέντου του, την πολύτιμη και πρωτοποριακή συμβολή του στην ανανέωση της φωτογραφικής τέχνης και την επιτυχημένη δημοσιογραφική και διπλωματική του δραστηριότητα.